υποσωφρονιστής

υποσωφρονιστής
ὁ, Α
βοηθός τού σωφρονιστού στα γυμναστήρια τής Αθήνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + σωφρονιστής «επιστάτης, άρχοντας» (< σωφρονίζω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”